Η COP29, η «οικονομική COP», που χαρακτηρίστηκε από ηχηρές απουσίες παγκόσμιων ηγετών και σκιάστηκε από αποκαλύψεις για διευκόλυνση συμφωνιών για ορυκτά καύσιμα από την Προεδρία, τις εργώδεις προσπάθειες της Σαουδικής Αραβίας να αποδυναμώσει το τελικό κείμενο, αλλά και την «ασφυκτική» παρουσία της πετρελαϊκής βιομηχανίας, ολοκληρώθηκε με καθυστέρηση 32 ωρών και με μια συμφωνία που μάλλον απογοήτευσε τις περισσότερες πλευρές.

Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ António Guterres ανέφερε διπλωματικά πως ήλπιζε «σε ένα πιο φιλόδοξο αποτέλεσμα» και κάλεσε τις χώρες να συνεχίσουν τις προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. «Κατώτερη των προκλήσεων και απογοητευτική» χαρακτήρισε τη συμφωνία η Agnès Pannier-Runacher, Yπουργός Οικολογικής Μετάβασης της Γαλλίας, χρεώνοντας «πραγματική αποδιοργάνωση και έλλειψη ηγεσίας» στην Αζερική Προεδρίας.

Σχολιάζοντας το αποτέλεσμα, ο πρώην Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Al Gore ανέφερε ότι «αν και η τελική συμφωνία απέφυγε την καταστροφή απέχει πολύ από την επιτυχία. Στα καίρια θέματα, όπως η κλιματική χρηματοδότηση και η μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα, συμφωνήθηκε –και πάλι– το ελάχιστο δυνατόν … Η εμπειρία του Μπακού ανέδειξε τα βαθύτερα προβλήματα της λειτουργίας των COP, μεταξύ τους και την υπέρμετρη επιρροή της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων που παρεμποδίζει τη διαδικασία από την έναρξή της. … Η αναμόρφωση της διαδικασίας ώστε οι ρυπαντές να μην την ελέγχουν πρέπει να γίνει προτεραιότητα».

Στα βήματα προόδου που έγιναν συμπεριλαμβάνεται η έγκριση του μηχανισμού του Άρθρου 6 της Συμφωνίας του Παρισιού, μετά από 9 χρόνια, και ο τριπλασιασμός της χρηματοδότησης με τη μορφή δωρεών και χαμηλότοκων δανείων για τις φτωχότερες χώρες, από 100 σε 300 δισ. δολάρια ετησίως, μετά από μια μαραθώνια, ταραχώδη διαπραγμάτευση.

Όμως οι αναπτυσσόμενες χώρες, οι οποίες απειλούνται περισσότερο από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, βρίσκουν το ποσό αυτό «απελπιστικά μικρό»  σε σχέση με τις εκτιμώμενες ανάγκες που υπολογίζονται σε 1,3 τρισ. δολάρια ετησίως και αγωνιούν για τις πιθανές δεσμεύσεις που θα συνοδεύουν τη χρηματοδότηση. Ο στόχος 1,3 τρισ. δολαρίων αναφέρεται στο τελικό κείμενο, όμως η διαφορά πέραν των 300 δισ. που θα προσφέρουν οι πλούσιες χώρες θα πρέπει να καλυφθεί από «ιδιωτικές και δημόσιες πηγές» και νέους, «καινοτόμους τρόπους χρηματοδότησης», όπως η σκληρή φορολόγηση των κερδών των πετρελαϊκών εταιρειών και η επιβολή φόρων στις αερομεταφορές, τη ναυσιπλοΐα και στους πολύ πλούσιους του πλανήτη. Αυτά μένουν ακόμη να διευκρινιστούν και η ασάφεια στις προβλέψεις και την εφαρμογή τους κάνει την επίτευξή του τελικού στόχου εξαιρετικά αβέβαιη.

Οι Ευρωπαϊκές χώρες και η Ένωση, ανάμεσα στους κορυφαίους χρηματοδότες, δεν ήταν διατεθειμένες να υπερβούν 300 δισ. (αρχικά είχαν προτείνει 250 δισ.) σε μια περίοδο δημοσιονομικών δυσκολιών και πολιτικής αναταραχής. Δεν είναι επίσης ικανοποιημένες γιατί το πιεστικό τους αίτημα να συμπεριληφθούν στους χρηματοδότες οι ανερχόμενες οικονομικά χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία και η Σαουδική Αραβία δεν έγινε δεκτό. Το τελικό κείμενο «παροτρύνει» αναπτυσσόμενες χώρες να συμβάλλουν οικονομικά «σε εθελοντική βάση». Αξίζει να σημειώσουμε ότι η Κίνα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο και ο μεγαλύτερος ρυπαντής, και η Ινδία είναι πλέον η πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία. Και οι δύο δικαιούνται να λάβουν κλιματική χρηματοδότηση ως «αναπτυσσόμενες» χώρες.

Το τελικό κείμενο δεν περιλαμβάνει συγκριμένη αναφορά στην απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα που είχε συμφωνηθεί στην COP28 σύμφωνα με τα αποτελέσματα του Παγκόσμιου Απολογισμού (Global Stocktake – GS). Η αναφορά αυτή απαλείφθηκε μετά από πιέσεις της Σαουδικής Αραβίας και των συμμάχων της. Φαίνεται μάλιστα πως η Προεδρία είχε δώσει σε εκπροσώπους της Σαουδικής Αραβίας δικαίωμα επέμβασης στα διακινούμενα κείμενα, κάτι που εξόργισε τις περισσότερες χώρες.

Στο κείμενο υπάρχει μόνο αναφορά στην ανάγκη για «δραστικές, άμεσες και διαρκείς μειώσεις στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου για να μείνουμε στο μονοπάτι του 1,5°C» και πρόσκληση στις χώρες να «συνεισφέρουν στις παγκόσμιες προσπαθείς που αναφέρονται στην παράγραφο 28 [του Παγκόσμιου Απολογισμού]». Υπάρχει ακόμη και ένα «δωράκι» στην πετρελαϊκή βιομηχανία καθώς επιβεβαιώνει ότι «τα ορυκτά καύσιμα μπορούν να παίξουν ρόλο στην ενεργειακή μετάβαση εξασφαλίζοντας την ενεργειακή ασφάλεια».

Ενδεικτική της περιρρέουσας ατμόσφαιρας είναι η δήλωση του Ευρωπαίου Επιτρόπου Δράσης για το Κλίμα Wopke Hoekstra, ο οποίος είπε για την έλλειψη αναφοράς στην  απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα ότι είναι «χειρότερο [αποτέλεσμα] από ότι επιθυμούσαμε, καλύτερο όμως από ότι φοβόμαστε».

Τώρα, τα βλέμματα, και οι ελπίδες, της παγκόσμιας κοινότητας στρέφονται στο Belem της Βραζιλίας που θα φιλοξενήσει την COP30 το 2025.

Η υπουργός Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής της χώρας, Marina Silva, που χαρακτήρισε τη διάσκεψη στο Μπακού «οδυνηρή εμπειρία», και δήλωσε ότι η χώρα της «ήρθε στην COP με ανοιχτή καρδιά και μια φιλόδοξη εθνική συνεισφορά για να μείνουμε στον στόχο του 1,5°C». Είπε επίσης ότι είναι απαραίτητο πριν την COP30, την οποία χαρακτήρισε «μητέρα όλων των COP», να υπάρξει μια «ουσιαστική συμφωνία μεταξύ του παγκόσμιου Βορρά και Νότου» και ζήτησε από όλες τις χώρες να φέρουν Εθνικά Καθορισμένες Προθέσεις Συνεισφοράς πραγματικά εναρμονισμένες με τον στόχο του 1,5°C γιατί δεν μπορούμε να «χάσουμε άλλο χρόνο».

Όσο και αν οι COP φαίνονται αναποτελεσματικές, καθηγούμενες από τα γεωπολιτικά συμφέροντα και επηρεαζόμενες από τη βιομηχανία των ορυκτών καυσίμων,  δεν παύουν να είναι το βήμα που δίνει την ευκαιρία στις φτωχότερες χώρες, στις οργανώσεις και στους αυτόχθονες πληθυσμούς να ακουστούν και να ασκήσουν πίεση για κλιματική δράση. Παρά την, κάποιες φορές εξοργιστικά, αργή πρόοδο, η Συμφωνία του Παρισιού, και οι αλλαγές στις εθνικές πολιτικές που ακολούθησαν, έχουν ήδη περιορίσει την υπερθέρμανση του πλανήτη συγκριτικά με την ανυπαρξία μέτρων. Σίγουρα όχι αρκετά, όμως η επιστήμη μας δίνει ακόμη ελπίδες.

Αυτό που χρειάζεται είναι η αλλαγή των διαδικασιών ώστε να εξαλειφθεί η τροχοπέδη των πετρελαϊκών συμφερόντων, να περιοριστεί η επιρροή των αντιδραστικών χωρών και οι αποφάσεις να βασίζονται στη κλιματική δικαιοσύνη και να έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα.

Ας ελπίσουμε ότι η Βραζιλιάνικη Προεδρεία της COP30 θα μπορέσει να φέρει κάποιες από αυτές τις αλλαγές, γιατί το παράθυρο ευκαιρίας κλείνει γοργά και πρέπει να διασφαλίσουμε ότι κάθε μέρα που περνά, κάθε ευρώ ή δολάριο που δαπανάται, κάθε κλιματική δράση σε κάθε επίπεδο θα φέρνει αποτέλεσμα.

 

Νίκος Πέτρου,

Πρόεδρος ΔΣ ΕΕΠΦ

Αντιπρόεδρος ΔΣ Foundation for Enviromental Education – FEE