Αθήνα, 26/07/2022

Αρ. Πρωτ. 2426/2022

Προς την

ΔΙΑΡΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ

Αξιότιμα μέλη της  Διαρκούς Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής των Ελλήνων,

Η Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης υποβάλλει τα ακόλουθα σχόλια στο σχέδιο νόμου «Διατάξεις για την απλοποίηση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, θέσπιση πλαισίου για την ανάπτυξη των Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων, την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης,  την προστασία του περιβάλλοντος και λοιπές διατάξεις».

Το συγκεκριμένο πολυνομοσχέδιο του ΥΠΕΝ αντί να βελτιώνει το αναποτελεσματικό σύστημα χαρακτηρισμού και διατήρησης των φυσικών οικοσυστημάτων και των προστατευόμενων περιοχών της χώρας υποβαθμίζει ή/και καταργεί σημαντικές περιβαλλοντικές διασφαλίσεις και αποδυναμώνει τις προοπτικές καλής διαχείρισης.

Συνοπτικά, εισάγει νέες χρήσεις, ακόμα και σε ζώνες που χαρακτηρίζονται απόλυτης προστασίας λόγω της μεγάλης οικολογικής τους αξίας και των αναγκών διατήρησής τους. Επίσης, υποβαθμίζει έτι περαιτέρω τον ήδη προβληματικό θεσμό των μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ), καθώς προβλέπει ότι οι αξιολογητές θα αμείβονται από τους κυρίους των έργων που ελέγχουν, δημιουργώντας έτσι μια σχέση εξάρτησης, η οποία ακυρώνει την ανεξαρτησία που πρέπει  να έχει το σύστημα αξιολόγησης των επιπτώσεων έργων, σύμφωνα με τις ενωσιακές απαιτήσεις.

Οι αδιάκοπες μεταβολές του θεσμικού πλαισίου για τις προστατευόμενες περιοχές και την περιβαλλοντική αδειοδότηση συνδυάζονται με συστηματική περικοπή του δικαιώματος πληροφόρησης και συμμετοχής των πολιτών, έκφρασης γνώμης και ουσιαστικής συμβολής στη διαδικασία διαμόρφωσης και εφαρμογής των περιβαλλοντικών θεσμών, και εντείνουν την ανασφάλεια δικαίου.

Ειδικότερα και επί συγκεκριμένων άρθρων:

Άρθρο 4 – Απλοποίηση της διαδικασίας ενημέρωσης ή τροποποίησης Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων – Τροποποίηση παρ. 1 και 1α και υποπερ. αα’ περ. β’ παρ. 2 άρθρου 6 ν. 4014/2011

Ήδη από τον νόμο 4685/2020 επιχειρείται να αποδυναμωθεί περαιτέρω ο θεσμός της περιβαλλοντικής αδειοδότησης με την επίκληση των «μη ουσιωδών» τροποποιήσεων στις ΑΕΠΟ, σε αντίθεση με τις επιταγές της Οδηγίας 2011/92 η οποία αναφέρεται σε «κάθε μεταβολή» ή «οποιαδήποτε τροποποίηση» (σημείο 24 Παραρτήματος Ι, σημείο 13 α Παραρτήματος ΙΙ).

Άρθρο 6 (Καθορισμός τρόπου πληρωμής των πιστοποιημένων αξιολογητών – Τροποποίηση παρ. 7 άρθρου 16 ν. 4014/2011

Με την πληρωμή του αξιολογητή ΜΠΕ χωρίς τις προβλεπόμενες από το σημερινό άρθ. 16 παρ. 7 ροτ ν. 4014/2011 δεσμεύσεις, ο κύριος του έργου επιλέγει, ελέγχει και συνεπώς μπορεί να κατευθύνει τον αξιολογητή προς το «επιθυμητό» αποτέλεσμα. Έτσι εγκαθίσταται μία ευθεία εμπορική συναλλαγή μεταξύ αξιολογητή και του κυρίου του έργου που περιβάλλεται από αδιαφάνεια και πιθανώς θα οδηγεί σε σύγκρουση συμφερόντων και θα επιτρέπει τη διαφθορά. Αντίθετα, θα έπρεπε να διασφαλίζεται η αμεροληψία των αξιολογητών και των ΜΠΕ όπως προβλέπει η Οδηγία 2011/92, της οποίας το σχετικό άρθρο 9α δεν έχει ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο με ευθύνη του ΥΠΕΝ.

Άρθρο 11 – Επιτρεπόμενες χρήσεις γης στις ζώνες προστατευόμενων περιοχών του Δικτύου «Φύση 2000»

Το άρθρο αυτό, σε συνδυασμό με το επόμενο άρθρο 13 και το άρθρο 44 του ν. 4685/2020 αποδυναμώνουν το κεκτημένο προστασίας του περιβάλλοντος και των σημαντικών οικοτόπων και ειδών της Ελλάδας.

Θετικό είναι ότι, μετά την κατακραυγή στη διαβούλευση,  αφαιρέθηκαν στις ζώνες απόλυτης προστασίας (το αυστηρότερο καθεστώς) κάποιες πολύ επιβαρυντικές χρήσεις όπως «Γραμμικές υποδομές μεταφορών … εγκαταστάσεις ύδρευσης, … εγκαταστάσεις αποθήκευσης και μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, τηλεπικοινωνιών κ.λπ.». Ωστόσο εξακολουθεί να υπάρχει πρόβλεψη για ερασιτεχνική αλιεία και ελεύθερη βόσκηση, δραστηριότητες που δεν συνάδουν με αυστηρή προστασία, εκτός αν συνδέονται με σαφή, ορισμένο και ελεγχόμενο τρόπο με ειδικούς σκοπούς διαχείρισης. Τέτοια σύνδεση δεν υπάρχει.

Στις ζώνες προστασίας της φύσης (δεύτερη αυστηρότερη ζώνη), αφαιρέθηκαν, επίσης μετά την κατακραυγή στη διαβούλευση, χρήσεις όπως οι τουριστικές και οι εξορυκτικές δραστηριότητες. Έχουν όμως προστεθεί χρήσεις που δεν επιτρέπονταν με το προηγούμενο καθεστώς, όπως οι εγκαταστάσεις ύδρευσης, αποθήκευσης και μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και οι εγκαταστάσεις ΑΠΕ. Οι εξορυκτικές δραστηριότητες, μεταξύ τους και οι εξορύξεις υδρογονανθράκων, εξακολουθούν να προβλέπονται στις άλλες ζώνες προστασίας.

Ιδιαίτερα προβληματική, σε συνδυασμό με το άρθρο 13,  είναι η πρόβλεψη ότι καμία από τις χρήσεις, έργα ή δραστηριότητες που έχουν αδειοδοτηθεί ή βρίσκονται σε διαδικασία αδειοδότησης δεν πρόκειται να μετακινηθεί. Η ανατροπή των προβλέψεων απομάκρυνσης ή μετεγκατάστασης από τις ζώνες αυστηρής προστασίας υπαρχουσών δραστηριοτήτων ώστε να διατηρηθούν ή να αποκατασταθούν οι οικολογικές τους λειτουργίες αντίκειται στην Οδηγία 92/43/ΕΟΚ που ορίζει ως μόνο γνώμονα για την έγκριση χρήσεων, έργων και δραστηριοτήτων τη διατήρηση σε καλή οικολογική κατάσταση των οικοτόπων και ειδών που προστατεύονται από το ενωσιακό δίκαιο.

Η προσθήκη με το άρθρο 14 «εγκαταστάσεων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα» στη χρήση (33) των ζωνών «προστασίας της φύσης», «διατήρησης οικοτόπων και ειδών», και «βιώσιμης διαχείρισης φυσικών πόρων» δείχνει είτε προχειρότητα νομοτεχνικής προετοιμασίας είτε την αδιαφορία του ΥΠΕΝ για τις προστατευόμενες περιοχές. Δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν μονάδες καύσης ορυκτών καυσίμων σε περιοχές Natura 2000.

Άρθρο 13 – Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες, σχέδια διαχείρισης και καθορισμός χρήσεων γης στις προστατευόμενες περιοχές – Τροποποίηση άρθρου 21 ν. 1650/1986.

Η διάταξη της παραγράφου 2 έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το άρθρο 6 παρ. 1 της Οδηγία 92/43/ΕΟΚ που προβλέπει ότι τα αναγκαία μέτρα διατήρησης «ανταποκρίνονται στις οικολογικές απαιτήσεις των τύπων φυσικών οικοτόπων και των ειδών, τα οποία απαντώνται στους τόπους». Είναι απαράδεκτο να καθορίζουν τα μέτρα προστασίας οι υφιστάμενες δραστηριότητες και άλλες χωροταξικές και πολεοδομικές προβλέψεις και όχι οι οικολογικές απαιτήσεις και ανάγκες των προστατευτέων ειδών και οικοτόπων. Το ίδιο ισχύει και για την οριζόντια εξαίρεση περιοχών (2α) από τις ΕΠΜ που οδηγεί σε κατακερματισμένο καθεστώς προστασίας και σε μέτρα που δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες διατήρησης των περιοχών.

Πρέπει να διατηρηθεί η πολύ σημαντική διάταξη του ν. 4685/2020 που επιτρέπει χαρακτηρισμό εκτάσεων που βρίσκονται πέριξ των περιοχών Natura και λειτουργούν συνδετικά μεταξύ γειτονικών περιοχών ή προσφέρουν σημαντικό ενδιαίτημα σε προστατευόμενα είδη. Όπως απαιτεί η Οδηγία 92/43/ΕΟΚ και η εθνική νομοθεσία, η ρύθμιση χρήσεων και δραστηριοτήτων εκτός των ορίων των προστατευόμενων περιοχών που δημιουργούν πιέσεις και απειλές για προστατευόμενα είδη και οικοτόπους είναι κρίσιμο στοιχείο για τη διαμόρφωση των αναγκαίων μέτρων διατήρησης.

Οι προβλέψεις των παραγράφων 3 (εε) και 11 για τη σύνδεση των σχεδίων διαχείρισης (ΣΔ) με τη διενέργεια δέουσας εκτίμησης των επιπτώσεων έργων που δεν ανήκουν στις κατηγορίες Α και Β του ν. 4014/2011 δεν επιτυγχάνουν την ορθή ενσωμάτωση του άρθρου 6 παρ. 3 της Οδηγίας 92/43 και δημιουργούν σύγχυση στη διαδικασία αδειοδότησης των έργων αυτών από τις αρμόδιες αρχές.

Συγκεκριμένα, και σε αντίθεση με το άρθρο 6 παρ. 3, δεν προβλέπονται σαφή κριτήρια για αξιολόγηση κατά την εκπόνηση των ΣΔ των δραστηριοτήτων ή έργων που θα έπρεπε να υπαχθούν σε διαδικασία προελέγχου (σύμφωνα με το άρθρο 21 του ν. 1650/1986). Επίσης, η μόνη που αποφασίζει αν απαιτείται η διενέργεια δέουσας εκτίμησης είναι η Γενική Διεύθυνση Χωροταξικής και Περιβαλλοντικής Πολιτικής της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης και αγνοούνται τα αρμόδια όργανα για τις προστατευόμενες περιοχές (ΟΦΥΠΕΚΑ και ΜΔΠΠ). Επίσης η αυτόματη επιβεβαίωση του ότι το έργο δεν επηρεάζει σημαντικά την προστατευόμενη περιοχή μετά από άπρακτη παρέλευση της 30ήμερης προθεσμίας δεν πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 6 παρ. 3. Ακόμη, δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για δημόσια διαβούλευση για τις ΕΟΑ και τη δέουσα εκτίμηση, παρά τις αντίθετες προβλέψεις του άρθρου 6 παρ. 3 της οδηγίας όπως έχει ερμηνευθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο σε συνδυασμό με τη διεθνή σύμβαση του Άαρχους. Πρέπει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τον ν. 4685/2020, ούτε οι ΜΔΠΠ ούτε και ο ΟΦΥΠΕΚΑ έχουν την αρμοδιότητα έκδοσης πράξεων με αναγκαστική ισχύ (εκτελεστές διοικητικές πράξεις) οι οποίες δεσμεύουν τους διοικούμενους και δύνανται να προσβληθούν από ενδιαφερόμενους φορείς στο πλαίσιο διοικητικών και δικαστικών διαδικασιών.

Το νομοσχέδιο δεν προβλέπει τη διάρκεια ισχύος των ΣΔ ή/και την υποχρέωση αξιολόγησης και επικαιροποίησής τους σε τακτά χρονικά διαστήματα, που αποτελούν καθοριστικά στοιχεία για την αποτελεσματική διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών. Προτεινόμενη διάρκεια των ΣΔ είναι τα 5 έτη.

Οι διατάξεις της παραγράφου 10 είναι απαράδεκτες, διότι αποδέχονται καταστάσεις που προϋπάρχουν των μέτρων προστασίας και επιτρέπουν τη συνέχιση χρήσεων και δραστηριοτήτων που δεν επιτρέπονται στις συγκεκριμένες ζώνες προστασίας. Ειδικά στις περιοχές απόλυτης προστασίας, προτεραιότητα είναι η διατήρηση και η αποκατάσταση των οικοσυστημάτων και δεν επιτρέπεται να παραμένουν έργα ή εγκαταστάσεις που έχουν ήδη προκαλέσει επίπτωση. Επιπλέον, η παραπομπή της αξιολόγησης υφιστάμενων και ήδη αδειοδοτημένων έργων και δραστηριοτήτων σε μελλοντικό χρόνο, με αποσπασματικές διαδικασίες και με ασαφείς προβλέψεις στα ΣΔ, διασπούν το προστατευτικό καθεστώς των περιοχών.

Η πρόβλεψη ότι «τα έργα και οι δραστηριότητες των περ. α΄ έως δ΄ δύνανται να εκσυγχρονίζονται και να επεκτείνονται σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία» είναι σαφώς αντίθετη με την εθνική και την ενωσιακή νομοθεσία που ορίζουν ότι τα αναγκαία μέτρα διατήρησης θα πρέπει να ρυθμίζουν έργα και δραστηριότητες σύμφωνα με τις οικολογικές απαιτήσεις των προστατευτέων αντικειμένων.

Καταλήγοντας, ζητάμε απόσυρση των άρθρων που ρυθμίζουν τις χρήσεις γης σε προστατευόμενες περιοχές, καθώς και ακύρωση του άρθρου 44 του ν. 4685/2020 και επιστροφή στο καθεστώς του ν. 1650/1986 (όπως τροποποιήθηκε με τον ν. 3937/2011).

Στη συνέχεια, είναι απαραίτητη η εξειδίκευση των ανά ζώνη δραστηριοτήτων και χρήσεων με ειδικό Προεδρικό Διάταγμα που θα συνταχθεί από επιστημονική ομάδα εργασίας, με ειδίκευση στο αντικείμενο και γνώση των βέλτιστων διεθνών πρακτικών προστασίας ειδών και οικοσυστημάτων, και θα τεθεί σε ευρεία διαβούλευση.

Επίσης, είναι επείγουσα ανάγκη να ολοκληρωθούν ορθά και το ταχύτερο δυνατό οι ΕΠΜ, που καθυστερούν απαράδεκτα, το ΥΠΕΝ να αναλάβει άμεσα τη σχετική πρωτοβουλία, ώστε οι προστατευόμενες περιοχές να αποκτήσουν επιτέλους το προστατευτικό καθεστώς που αρμόζει στη σημασία τους, και να συμμορφωθούμε με τις προβλέψεις του ενωσιακού δικαίου. Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο είναι σίγουρο πως δεν κινείται προς αυτή την κατεύθυνση.

Για την Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης.

Νίκος Πέτρου

Πρόεδρος Δ.Σ.