Θέμα: Αντιρρήσεις των περιβαλλοντικών οργανώσεων ΑΝΙΜΑ, Αρχέλων, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης και Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία για τη ΜΠΕ «Ανάπλαση ρέματος Πικροδάφνης (από Λεωφ. Βουλιαγμένης έως εκβολή)»
Αξιότιμες κυρίες,
αξιότιμοι κύριοι,
Οι οργανώσεις ΑΝΙΜΑ, Αρχέλων, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης και Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία καταθέτουμε τις αντιρρήσεις μας επί της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) «Ανάπλαση ρέματος Πικροδάφνης (από Λεωφ. Βουλιαγμένης έως εκβολή)», η οποία εκπονήθηκε για λογαριασμό της Περιφέρειας Αττικής. Συγκεκριμένα παραθέτουμε λεπτομερή επιστημονική τεκμηρίωση σχετικά με την ανεπάρκεια της εν λόγω ΜΠΕ, αλλά και τις σοβαρότατες επιπτώσεις που προβλέπεται να προκαλέσουν τα έργα διευθέτησης, στο ρέμα της Πικροδάφνης. Πρόκειται για ένα από τα ελάχιστα αστικά ρέματα της Αττικής που έχουν διατηρηθεί στο μεγαλύτερο μήκος τους σχεδόν σε φυσική κατάσταση, και το οποίο φιλοξενεί πολύ σημαντική πανίδα και κυρίως ορνιθοπανίδα.
Κατ’ αρχάς θέλουμε να τονίσουμε ότι η ΜΠΕ αφορά στην εκτέλεση έργων διευθέτησης του ρέματος Πικροδάφνης από τη Λεωφ. Βουλιαγμένης έως την εκβολή και όχι στην ανάπλαση του. Συγκεκριμένα, ενώ ο τίτλος της μελέτης είναι «Ανάπλαση Ρέματος Πικροδάφνης (από Λεωφ. Βουλιαγμένης έως εκβολή)», στο ιστορικό της μελέτης αναφέρεται ότι τα έργα ανάπλασης δεν θα υλοποιηθούν και ότι η εν λόγω μελέτη έχει ως στόχο μόνο την έγκριση των περιβαλλοντικών όρων για τα έργα διευθέτησης του ρέματος. Θεωρούμε εξαιρετικά ατυχές το γεγονός ότι αποφασίστηκε να αφαιρεθεί η οποιαδήποτε πρόβλεψη για έργα ανάπλασης, έστω και ως άλλοθι, και τελικώς τα έργα αποφασίζεται να είναι αμιγώς έργα διευθέτησης της κοίτης. Δεν υπάρχει καν κάποια πρόβλεψη για απομάκρυνση των μπάζων και των απορριμμάτων ούτε αναφορά σε πιθανές λύσεις για το σοβαρότατο πρόβλημα που προκαλούν τα παράνομα/αυθαίρετα κτίσματα εντός της κοίτης του ρέματος.
Τα έργα διευθέτησης της κοίτης που προκρίνονται από τη ΜΠΕ είναι περίπου 150, για ένα μήκος κοίτης 4,8 χιλιομέτρων. Δηλαδή, κατά μέσον όρο, ένα έργο ανά 32 μέτρα (χωρίς να υπολογίζονται τα επίσης πολλά έργα στους παραπόταμους/ρέματα συμβολής). Πρόκειται λοιπόν για έναν υπερβολικά μεγάλο αριθμό έργων, που περιλαμβάνουν κυρίως συρματοκιβώτια (σαραζανέτ) και τοίχους από σκυρόδεμα. Εάν δούμε προσεκτικά το μήκος των έργων και τις μεταξύ των έργων αποστάσεις, είναι σαφές ότι τα περισσότερα εξ αυτών είναι εφαπτόμενα ή σχεδόν εφαπτόμενα. Πρόκειται επομένως για εγκιβωτισμό της κοίτης του ρέματος και σε καμία περίπτωση για ανάπλαση. Αξίζει να αναφερθεί, ότι παλαιότερα η λύση αυτή του εγκιβωτισμού του ρέματος, κατά μήκος ολόκληρης της κοίτης του, είχε προταθεί πάλι από τους μελετητές και απορριφθεί από τοπικούς φορείς.
Τα έργα διευθέτησης αλλάζουν οριστικά και αμετάκλητα τη φυσική μορφή του ρέματος μετατρέποντας το ουσιαστικά σε αγωγό υποδοχής όμβριων υδάτων. Τα έργα αυτά αγνοούν πλήρως τον υγροτοπικό χαρακτήρα του ρέματος, ενώ θεωρούνται πλέον ξεπερασμένα, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο, όπου η διατήρηση νησίδων φυσικού περιβάλλοντος και βιοποικιλότητας στον αστικό ιστό αποτελεί προτεραιότητα. Πρόσφατα δε, παρόμοιο έργο εγκιβωτισμού του ποταμού Ερασίνου άλλαξε σχεδιασμό προκειμένου να διευθετηθεί το ποτάμι με βιοτάπητα και όχι συρματοκιβώτια, αναγνωρίζοντας έτσι την παραπάνω διεθνή εμπειρία και τις επιπτώσεις του εγκιβωτισμού.
Οι λόγοι για τους οποίους εκφράζουμε τις αντιρρήσεις μας για την έγκριση της εν λόγω ΜΠΕ παρουσιάζονται αναλυτικά στη συνέχεια.
Ελλείψεις στη νομοθεσία
Στο θεσμικό πλαίσιο που διέπει την περιοχή μελέτης (κεφ. 1.2.2), δεν αναφέρεται πουθενά ότι το Ρέμα της Πικροδάφνης έχει χαρακτηριστεί Υγρότοπος Β' Προτεραιότητας και χρήζει οριοθέτησης και προστασίας σύμφωνα με το Νόμο 4277/2014 «Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας − Αττικής και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 156/1.8.2014) (Παράρτημα ΙΧ, άρθρο 20, παρ. 2γββ).
Στη Νομοθεσία που λαμβάνεται υπόψη (κεφ. 1.2.3) απουσιάζουν κρίσιμες για την προστασία του περιβάλλοντος νομοθεσίες. Πιο συγκεκριμένα δε γίνεται καμία αναφορά στα εξής:
Νόμος για τη βιοποικιλότητα (Ν. 3937/11, ΦΕΚ 60/Α/31-3-2011 «Διατήρηση της βιοποικιλότητας και άλλες διατάξεις), ο οποίος τροποποιεί τον Νόμο 1650/86 που αναφέρεται στην εν λόγω μελέτη.
Οδηγία 79/409/ΕΟΚ (όπως κωδικοποιήθηκε με την Οδηγία 2009/147/ΕΚ) ενσωματώθηκε στην εθνική νομοθεσία με τις ακόλουθες ΥΑ και ΚΥΑ:
- ΥΑ 414985/29-11-85 (ΦΕΚ Β΄757) «Μέτρα διαχείρισης της άγριας πτηνοπανίδας».
- KYA H.Π. 37338/1807/E.103/1-9-10 (ΦΕΚ 1495/B/6-9-10) «Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για τη διατήρηση της άγριας ορνιθοπανίδας και των
οικοτόπων/ενδιαιτημάτων της, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ, «Περί διατηρήσεως των άγριων πτηνών», του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 2ας Απριλίου 1979, όπως κωδικοποιήθηκε με την οδηγία 2009/147/ΕΚ».
- ΚΥΑ Η.Π. 8353/276/Ε103/17-2-2012 (ΦΕΚ 415/Β/23-2-2012) «Τροποποίηση και συμπλήρωση της υπ’ αριθ. 37338/1807/2010 κοινής υπουργικής απόφασης «Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για τη διατήρηση της άγριας ορνιθοπανίδας και των οικοτόπων/ενδιαιτημάτων της, σε συμμόρφωση με την Οδηγία 79/409/ΕΟΚ....» (Β΄ 1495), σε συμμόρφωση με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 4 της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ «Για τη διατήρηση των άγριων πτηνών» του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 2ας Απριλίου 1979, όπως κωδικοποιήθηκε με την οδηγία 2009/147/ΕΚ» - η Ευρωπαϊκή Οδηγία 92/43, η οποία ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία ΚΥΑ 33318/3028/11-12-1998 (ΦΕΚ 1289/Β/28-12-98).
Οδηγία 92/43/ΕΟΚ «για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας» που ενσωματώθηκε στην εθνική νομοθεσία με τις ακόλουθες ΚΥΑ:
- ΚΥΑ 33318/3028/11-12-1998 (ΦΕΚ 1289/Β/28-12-98) «Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων (ενδιαιτημάτων) καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας».
- ΚΥΑ Η.Π. 14849/853/Ε103/4-4-2008 (ΦΕΚ 645/Β/11-4-08) «Τροποποίηση των υπ' αριθμ. 33318/3028/1998 κοινών υπουργικών αποφάσεων (Β΄1289) και υπ' αριθμ. 29459/1510/2005 κοινών υπουργικών αποφάσεων (Β΄992), σε συμμόρφωση με διατάξεις της οδηγίας 2006/105 του Συμβουλίου της 20ης Νοεμβρίου 2006 της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμβαση της Βόννης, για τη διατήρηση των αποδημητικών ειδών της άγριας πανίδας, Ν. 2719/1999 (ΦΕΚ 106/Α/26-05-1999).
Σύμβαση της Βέρνης, για τη διατήρηση της άγριας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος της Ευρώπης, Ν.1335/1983 (ΦΕΚ 32/Α/14-03-1983).
Οδηγία 2000/60 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων
Όπως προκύπτει και από τη νομοθεσία που λήφθηκε υπόψη κατά τη σύνταξη της ΜΠΕ, η πρόβλεψη της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος απουσιάζει από την εν λόγω μελέτη.
Ανεπαρκής εκτίμηση των επιπτώσεων του έργου
Αρχικά πρέπει να επισημάνουμε ότι πουθενά στη ΜΠΕ δεν υπάρχει αναφορά στη σχετική επιστημονική βιβλιογραφία (εξειδικευμένοι οδηγοί, κλείδες κ.λπ.) ούτε στη μεθοδολογία πεδίου που ακολουθήθηκε (με αναλυτική αναφορά στις επισκέψεις και τις μετρήσεις, στις εποχές που αυτές έγιναν και, κυρίως, σε ποια σημεία του ρέματος). Ίσως το γεγονός αυτό να εξηγεί την ελλιπή και πλημμελή καταγραφή των ειδών, καθώς και τις λανθασμένες αναγνωρίσεις.
Το κεφάλαιο 5.3.4 (Οικοσυστήματα/Χλωρίδα/Πανίδα/Φυτοκάλυψη) περιέχει σοβαρότατες ελλείψεις και σφάλματα. Η αναφορά στη χλωρίδα και τη βλάστηση είναι απλώς ενδεικτική και ελλιπέστατη, καθώς λείπουν ακόμα και μερικά χαρακτηριστικά ιθαγενή είδη της υδροχαρούς βλάστησης (όπως το πλατάνι Platanus orientalis), ενώ απουσιάζει εντελώς οποιαδήποτε αναφορά στα υδρόβια φυτά. Επίσης, είναι πολλές οι ελλείψεις στην καταγραφή των επιγενών ειδών, ακόμα και ορισμένων πολύ συχνών ειδών (π.χ. Oxalis pes-caprea, Melia azedarach, Parkinsonia aculeata κ.λπ.).
Όσον αφορά στην ορνιθοπανίδα καταγράφονται σοβαρότατες ελλείψεις. Στον πίνακα της σελίδας 52, αναφέρονται μόνο 20 πουλιά (ορισμένα σε επίπεδο οικογένειας ή γένους και όχι είδους) ενώ είναι γνωστό ότι υπάρχουν περισσότερα από 100 είδη πουλιών στο ρέμα της Πικροδάφνης, και ο αριθμός τους αυξάνεται με τη συστηματική παρακολούθηση και καταγραφή. Η λίστα των ειδών στην ΜΠΕ είναι επομένως εξαιρετικά ελλιπής, έχει λάθη και είναι φανερό ότι δε βασίζεται σε καμία συστηματική έρευνα. Για παράδειγμα αναφέρεται η παρουσία του Βραχοχελίδονου (Ptyonoprogne rupestris) το οποίο δεν έχει παρατηρηθεί ποτέ στην Πικροδάφνη (δεν υπάρχει κατάλληλος βιότοπος στην περιοχή για αυτό το μη μεταναστευτικό είδος χελιδονιού).
Τα είδη που προστατεύονται αυστηρά από τη νομοθεσία (Οδηγία 2009/147/ΕΚ Παράρτημα Ι) και παρατηρούνται στο ρέμα της Πικροδάφνης είναι τα εξής:
Λευκοτσικνιάς (Egretta garzetta)
Μικροτσικνιάς (Ixobrychus minutus)
Νυχτοκόρακας (Nycticorax nycticorax)
Κρυπτοτσικνιάς (Ardeolla ralloides)
Πορφυροτσικνιάδες (Ardea purpurea)
Χαλκόκοτα (Plegadis falcinelus) !
Αλκυόνη (Alcedo atthis)
Πετρίτης (Falco peregrinus)
Μικροπουλάδα (Porzana parva)
Αγκαθοκαλημάνα (Vanellus-Hoplopterus spinosus)
Λασπότρυγγας (Tringa glareola)
Κρικομυγοχάφτης (Ficedula albicolis)
Ελλιπής και με λάθη, είναι και η καταγραφή των ερπετών. Δεν αναφέρονται οι νεροχελώνες (Mauremys caspica rivulata), ενώ αναφέρεται εσφαλμένα το είδος Mabuya aurata, το οποίο δεν απαντάται στην Αττική και γενικά στην ηπειρωτική Ελλάδα, αλλά στη Μικρά Ασία και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Εσφαλμένα αναφέρεται η χερσαία χελώνα Testudo hermanni, ενώ πρόκειται για το είδος Testudo marginata.
Επιστημονικώς απαράδεκτη, εφόσον πρόκειται για ρέμα στο οποίο έχουν καταγραφεί διάφορα είδη ψαριών, είναι η παντελής απουσία στοιχείων για την ιχθυοπανίδα. Από μελέτες του ΕΛΚΕΘΕ1, είναι γνωστό ότι στο ρέμα αυτό διαβιούν είδη ψαριών, μεταξύ των οποίων και το χέλι (Anguilla anguilla), είδος που κατατάσσεται πλέον στα κρισίμως κινδυνεύοντα ζώα από τη Διεθνή Ένωση για τη Διατήρηση της Φύσης (ΙUCN). Το χέλι είναι ιδιαίτερα ευάλωτο στις αλλαγές στην δια μήκους συνέχεια του ποταμού και δεν μπορεί εύκολα να περάσει φράγματα ή άλλα μεγάλα εμπόδια που κατακερματίζουν τη συνέχεια των ποταμών.
Η μελέτη, αγνοώντας τη σημασία του ρέματος για σημαντικό αριθμό ειδών πουλιών, δεν λαμβάνει καμία μέριμνα για το μετριασμό των επιπτώσεων στην ορνιθοπανίδα και ιδιαίτερα για τα είδη που προστατεύονται από την νομοθεσία αφού η συντριπτική πλειοψηφία τους δεν αναφέρεται καθόλου. Η μελέτη ουσιαστικά απαξιώνει το φυσικό περιβάλλον του ρέματος και την πανίδα του. Ειδικότερα η αναφορά στην ορνιθοπανίδα κρίνεται εντελώς ελλιπής και πρόχειρη, και δεν βασίζεται, όπως προκύπτει, σε οποιαδήποτε έρευνα πεδίου.
Στο κεφάλαιο 8 «Εκτίμηση και αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων», γίνεται φανερή η γενικότερη προσπάθεια απαξίωσης του οικοσυστήματος του ρέματος, καθώς δύο φορές (στο 8.4.1, στη σελ 85 και στο 8.4.2, στη σελ 86) η εν λόγω μελέτη αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «..στο χώρο αυτό δεν εντοπίζονται είδη που απειλούνται με εξαφάνιση, σπάνια ή με ιδιαίτερη οικολογική, γενετική, παραδοσιακή ή οικονομική σημασία». Αυτή η διατύπωση, που αναφέρεται αυτολεξεί δύο φορές, είναι ψευδής και παραπλανητική. Ακόμα κι αν δεν υπάρχει σκοπιμότητα εκ μέρους της μελέτης, η εντύπωση που δημιουργείται από αυτή τη συμπερασματική φράση είναι εντελώς εσφαλμένη και παραπειστική.
Παρά τη πολύ μεγάλη σημασία του ρέματος της Πικροδάφνης ως νησίδα βιοποικιλότητας για την ορνιθοπανίδα, στις περιβαλλοντικές επιπτώσεις κατά τη διάρκεια αλλά και μετά την ολοκλήρωση των έργων δεν υπάρχει καμία αναφορά για τις επιπτώσεις τους στην πολύτιμη ορνιθοπανίδα καθώς και για το μετριασμό αυτών (Σελ. 84-85, παράγραφος 8.4-8.4.1-8.4.2). Οι επιπτώσεις αυτές αναμένονται να είναι εξαιρετικά βλαπτικές λόγω της πολύ εκτεταμένης παρέμβασης-εγκιβωτισμού που θα γίνει στο ρέμα, με αποτέλεσμα αυτό να χάσει σημαντικό μέρος των βιοτόπων όπου τρέφονται, φωλιάζουν και ξεχειμωνιάζουν τα πουλιά (καλαμιώνες, σχεδόν 800 δέντρα). Ως αποτέλεσμα εκτιμούμε ότι σημαντικό μέρος των πουλιών θα εγκαταλείψει την περιοχή, λόγω καταστροφής του ενδιαιτήματός τους, υποβαθμίζοντας έτσι τη φυσική αξία της περιοχής και άρα των κατοίκων της. Οι μόνες αναφορές που γίνονται στη μελέτη για επιπτώσεις στην πανίδα αφορούν κυρίως «ζωοπλαγκτόν, λάρβες κουνουπιών, βατράχια» και πιο κάτω για «…κυρίως αρουραίους, άλλα τρωκτικά, αμφίβια και ερπετά».
Τέλος, σε κανένα σημείο της μελέτης δεν έχει εκτιμηθεί ότι η αυξημένη ροή του νερού μετά τον εγκιβωτισμό θα ανατρέψει συνολικά τον υγροτοπικό χαρακτήρα της περιοχής (ρηχά νερά, εποχιακά πλημμυριζόμενα), δηλαδή ένα οικοσύστημα σπάνιο και ιδιαίτερο για την Αττική.
Ανεπαρκείς περιβαλλοντικοί όροι
Οι περιβαλλοντικοί όροι, τουλάχιστον εκείνοι που αφορούν στην πανίδα και τη χλωρίδα, είναι προσχηματικοί και μάλλον «συμβολικού χαρακτήρα». Δεδομένου του πλήθους και της πυκνότητας των έργων, καθώς και της συνολικής διάρκειας των εργασιών, δεν προβλέπεται καμία μέριμνα για τα φωλεάζοντα είδη πουλιών (μεταξύ αυτών και πολλά προστατευόμενα από την εθνική και ενωσιακή νομοθεσία). Ομοίως, στην εν λόγω μελέτη, δεν υπάρχει συγκεκριμένη μέριμνα για τα αναπαραγόμενα αμφίβια (βατράχια, φρύνοι). Επίσης, δεν προβλέπονται μέτρα για τη μείωση της διατάραξης της αναπαραγωγής της νεροχελώνας, είδος το οποίο δεν έχουν καν καταγράψει οι μελετητές (όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω).
Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις θεωρούμε ότι τα παραπάνω δεδομένα συνθέτουν με βεβαιότητα μία ανεπαρκή ΜΠΕ, η οποία, εφόσον εγκριθεί από τη διοίκηση, θα προκαλέσει τεράστια υποβάθμιση στο τελευταίο μεγάλο αστικό ρέμα που απομένει σε φυσική μορφή.
Το ρέμα της Πικροδάφνης πέρα από το ότι είναι χαρακτηρισμένο ως ιδιαίτερου περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος είναι επίσης χαρακτηρισμένο και ως υγρότοπος Β’ προτεραιότητας σύμφωνα με το Ν. 4277/2014. Βάση του άρθρου 20 παρ.2.ββ. του ιδίου νόμου: «Ως υγρότοποι Β΄ προτεραιότητας θεωρούνται τα επιφανειακά υδάτινα οικοσυστήματα, τα οποία διατηρούν σημαντικά οικολογικά και υδρολογικά χαρακτηριστικά και χρήζουν προστασίας. Αυτοί αναφέρονται καταρχήν στο Παράρτημα IX και εντάσσονται σε πενταετές πρόγραμμα οριοθετήσεων. Αν συμπεριληφθούν στο μητρώο προστατευόμενων περιοχών των Σχεδίων Διαχείρισης των Λεκανών Απορροής Ποταμών των Υδατικών Διαμερισμάτων Αττικής, Ανατολικής Πελοποννήσου και Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας, οι υγρότοποι αυτοί θεωρείται ότι υπάγονται στους υγροτόπους Α΄ προτεραιότητας.»
Το ρέμα αυτό αποτελεί μοναδικό στοιχείο στον αστικό ιστό της Αττικής, συνεπώς η διαφύλαξη της φυσικής του μορφής και η ανάδειξή του θα πρέπει να αποτελεί μία από τις προτεραιότητες της Περιφέρειας Αττικής. Αντί για τη μετατροπή του σε αγωγό υποδοχής όμβριων υδάτων κρίνεται αναγκαία, μεταξύ άλλων, η άμεση οριοθέτησή του με σεβασμό στο οικοσύστημα του ρέματος, η απομάκρυνση ασύμβατων χρήσεων από τις παραρεμάτιες περιοχές, η πραγματική προστασία του φυσικού υδαταποδέκτη, η καταγραφή της περιβαλλοντικής/οικολογικής κατάστασης του, η ανάδειξη του ρέματος για κατοίκους και επισκέπτες, η ενημέρωση των επισκεπτών για την αξία του ρέματος, η χρησιμοποίησή του για περιβαλλοντική εκπαίδευση και η συνεργασία όλων τον εμπλεκόμενων φορέων για την αποκατάσταση του ρέματος με χρήση της διεθνούς εμπειρίας.
Σας καλούμε να απορρίψετε τη συγκεκριμένη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και να μη συναινέσετε στην υποβάθμιση του ρέματος της Πικροδάφνης. Επίσης, ζητούμε να προβείτε άμεσα στις απαραίτητες ενέργειας για την οριοθέτησή του ρέματος διαφυλάσσοντας τον υγροτοπικό του χαρακτήρα όπως ορίζει ο Ν. 4277/2014. Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις που υπογράφουμε αυτήν την επιστολή, με τη πολυετή εμπειρία μας στη διαχείριση και ανάδειξη του φυσικού περιβάλλοντος της χώρας μας, ευχαρίστως θα συμβάλλουμε σε ότιδήποτε χρειαστεί για την πραγματική βελτίωση και ανάδειξη του ρέματος της Πικροδάφνης.
Παραμένουμε βέβαια στη διάθεσή για οποιαδήποτε περαιτέρω πληροφορία ή διευκρίνιση.
Οι Περιβαλλοντικές οργανώσεις
ΑΝΙΜΑ
Αρχέλων
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Περιβάλλοντος και Πολιτισμού
Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης
Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία